Rozszerzanie στα ελληνικά

Μετάφραση: rozszerzanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απλώνω, διαδίδω, διαστολή, φουντώνω, εξάπλωση, επέκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης, προέκταση
Rozszerzanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • animista στα ελληνικά - ανιμιστές, animist, ανιμιστών, ανιμιστικές
  • arcydzięgiel στα ελληνικά - στάχτη, αγγελική, Angelica, αγγελικής, αγγέλικας, Αντζέλικα
  • całościowy στα ελληνικά - σύνολο, ολικός, γενικός, περιεκτικός, πλήρης, ποδιά, συνολικός, ...
  • herold στα ελληνικά - κήρυκας, κήρηξ, κηρύσσω, αγγέλλω, Herald, κήρυκα
Τυχαίες λέξεις
Rozszerzanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απλώνω, διαδίδω, διαστολή, φουντώνω, εξάπλωση, επέκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης, προέκταση