Słabo στα ελληνικά
Μετάφραση: słabo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανίσχυρος, φτωχά, αδύναμος, ασθενικός, ανεπαρκώς, κακώς, ελάχιστα, κακή
Μεταφράσεις
- anatomia στα ελληνικά - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
- cienkowarstwowy στα ελληνικά - λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
- endogamia στα ελληνικά - ενδογαμία, ενδογαμίας, ενδογαμίας που ακολουθούνταν στο, ενδογαμίας που λειτουργούσε, ενδογαμίας που ακολουθούνταν
- impas στα ελληνικά - απραξία, σαστίζω, αδιέξοδο, το αδιέξοδο, αδιεξόδου, αδιέξοδα, αδιέξοδο που
Τυχαίες λέξεις
Słabo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανίσχυρος, φτωχά, αδύναμος, ασθενικός, ανεπαρκώς, κακώς, ελάχιστα, κακή
Μεταφράσεις: ανίσχυρος, φτωχά, αδύναμος, ασθενικός, ανεπαρκώς, κακώς, ελάχιστα, κακή