Sankcja στα ελληνικά
Μετάφραση: sankcja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικυρώνω, πρόταση, κύρωση, καταδίκη, καταδικάζω, συγκατάθεση, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boleć στα ελληνικά - πόνος, πληγώνω, σκοτώνω, τραυματίζω, χτυπώ, λαχταρώ, πονώ, ...
- chlorometan στα ελληνικά - χλωριομεθαυίου, χλωριομεθάνιο, χλωρομεθάνιον, χλωρομεθάνιο, χλωρομεθανίου
- elektryczny στα ελληνικά - ρεύμα, τωρινός, ηλεκτρικός, ηλεκτρικό, ηλεκτρική, ηλεκτρικά, ηλεκτρικών
- hydrofobowy στα ελληνικά - υδρόφοβο, υδρόφοβα, υδρόφοβη, υδρόφοβες, υδρόφοβων
Τυχαίες λέξεις
Sankcja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικυρώνω, πρόταση, κύρωση, καταδίκη, καταδικάζω, συγκατάθεση, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως
Μεταφράσεις: επικυρώνω, πρόταση, κύρωση, καταδίκη, καταδικάζω, συγκατάθεση, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως