Schwycić στα ελληνικά
Μετάφραση: schwycić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβλέπω, καταλαμβάνω, αντιλαμβάνομαι, κατάσχω, πιάσιμο, κατανόηση, αντίληψη, έλεγχό, κρατάτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dureń στα ελληνικά - στουρνάρι, βλάκας, βυζί, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους
- grzybiczy στα ελληνικά - μυκητιασική, μυκητιασικές, μυκητιακές, από μύκητες, μυκητιασικής
- gąsior στα ελληνικά - αρήν, βλάκας, χήνος, περιπλανώμαι, gander
- indywidualność στα ελληνικά - προσωπικότητα, ατομικότητα, ατομικότητας, την ατομικότητα, ατομικότητά, η ατομικότητα
Τυχαίες λέξεις
Schwycić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβλέπω, καταλαμβάνω, αντιλαμβάνομαι, κατάσχω, πιάσιμο, κατανόηση, αντίληψη, έλεγχό, κρατάτε
Μεταφράσεις: διαβλέπω, καταλαμβάνω, αντιλαμβάνομαι, κατάσχω, πιάσιμο, κατανόηση, αντίληψη, έλεγχό, κρατάτε