Skąpiec στα ελληνικά
Μετάφραση: skąpiec, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιγκούνης, φιλάργυρος, τσιγκούνη, φιλάργυρο, miser
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asystentura στα ελληνικά - άσκησης, βοηθού, assistantship, περίοδο άσκησης, άσκησής
- domatorski στα ελληνικά - σπίτι, Αρχική, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι
- fałszywiec στα ελληνικά - διεκδικητής, διεκδικητή, pretender, προσποιούνταν
- integralność στα ελληνικά - ακεραιότητα, ακεραιότητας, την ακεραιότητα, της ακεραιότητας, η ακεραιότητα
Τυχαίες λέξεις
Skąpiec στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιγκούνης, φιλάργυρος, τσιγκούνη, φιλάργυρο, miser
Μεταφράσεις: τσιγκούνης, φιλάργυρος, τσιγκούνη, φιλάργυρο, miser