Skłaniać στα ελληνικά
Μετάφραση: skłaniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπολογίζω, επικρατώ, υπερισχύω, κόμπος, περιποιούμαι, καθορίζω, επιμελούμαι, επενεργώ, εξευμενίζω, επενέργεια, επιρροή, φιόγκος, προσδιορίζω, τόξο, αποφασίζω, προκαλώ, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- automatyzm στα ελληνικά - αυτοματισμό, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματισμούς, αυτοματισμών
- derma στα ελληνικά - Derma, Δέρμα
- dopust στα ελληνικά - επίσκεψη, επιθεώρηση, μαστίζω, πληγή, επίσκεψης, επισκεψιμότητας, επισκέψεων, ...
- dyszka στα ελληνικά - το ακροφύσιο, το ακροστόμιο, το στόμιο, το ακροσωλήνιο, του ακροφυσίου
Τυχαίες λέξεις
Skłaniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπολογίζω, επικρατώ, υπερισχύω, κόμπος, περιποιούμαι, καθορίζω, επιμελούμαι, επενεργώ, εξευμενίζω, επενέργεια, επιρροή, φιόγκος, προσδιορίζω, τόξο, αποφασίζω, προκαλώ, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Μεταφράσεις: υπολογίζω, επικρατώ, υπερισχύω, κόμπος, περιποιούμαι, καθορίζω, επιμελούμαι, επενεργώ, εξευμενίζω, επενέργεια, επιρροή, φιόγκος, προσδιορίζω, τόξο, αποφασίζω, προκαλώ, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί