Skrzeczenie στα ελληνικά
Μετάφραση: skrzeczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρίζω, φλυαρώ, στριγκλιά, Screech, στο Screech, κράζω, διαπεραστικός ήχος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baletnik στα ελληνικά - μπαλέτο, μπαλέτου, Σχολές Μπαλέτου, Ballet, το μπαλέτο
- bezsens στα ελληνικά - ανοησίες, βλακείες, νοήματος, meaninglessness, απουσία νοήματος, η απουσία νοήματος
- ciastowy στα ελληνικά - ζυμαρώδης, ζυμώδους, ζυμωδών, doughy, ζύμης
- gręplowanie στα ελληνικά - λανάρισμα μαλλιών, λαναρίσματος, λανάρισμα, λαναριστική, carding
Τυχαίες λέξεις
Skrzeczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρίζω, φλυαρώ, στριγκλιά, Screech, στο Screech, κράζω, διαπεραστικός ήχος
Μεταφράσεις: τρίζω, φλυαρώ, στριγκλιά, Screech, στο Screech, κράζω, διαπεραστικός ήχος