Stołeczny στα ελληνικά
Μετάφραση: stołeczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεντρικός, μητροπολιτικός, πρωτεύουσα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια
Μεταφράσεις
- atrakcyjny στα ελληνικά - ελκυστικός, επιθυμητός, αγαθός, καλός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ...
- doręczenie στα ελληνικά - παράδοση, σέρβις, ρουσφέτι, υπηρεσία, παραλαβή, εξυπηρέτηση, διανομή, ...
- dośrubować στα ελληνικά - βιδώνω, βίδα
- improwizować στα ελληνικά - αυτοσχεδιάζω, αυτοσχεδιάζουν, αυτοσχεδιάσει, αυτοσχεδιάσουν, αυτοσχεδιάζει
Τυχαίες λέξεις
Stołeczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεντρικός, μητροπολιτικός, πρωτεύουσα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια
Μεταφράσεις: κεντρικός, μητροπολιτικός, πρωτεύουσα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια