Szarpnąć στα ελληνικά

Μετάφραση: szarpnąć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράνταγμα, τράβηγμα, κλονισμός, κόπανος, μαλάκας, τίναγμα, ζετέ
Szarpnąć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dziecięcy στα ελληνικά - των παιδιών, Παιδική, παιδικά, παιδιών, παιδικών
  • echolokacja στα ελληνικά - ηχοεντοπισμού, echolocation, το echolocation, ηχοεντοπισμό, echolocation για
  • introspektywny στα ελληνικά - εσωστρεφείς, εσωστρεφής, ενδοσκοπική, εσωστρεφή, ενδοσκοπικό
Τυχαίες λέξεις
Szarpnąć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράνταγμα, τράβηγμα, κλονισμός, κόπανος, μαλάκας, τίναγμα, ζετέ