Szmirowaty στα ελληνικά

Μετάφραση: szmirowaty, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανίσχυρος, αδύναμος
Szmirowaty στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • belowanie στα ελληνικά - δεματοποίηση, δεματοποίησης, χορτόδεσης, δεμάτιασμα, χορτόδεση
  • bolesność στα ελληνικά - πόνος, πόνο, πόνου, τον πόνο, άλγος
  • butwieć στα ελληνικά - παρακμάζω, φθορά, σαπίζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, σήψη, ...
  • głownia στα ελληνικά - μάρκα, στιγματίζω, σφραγίδα, καπνιά, μουτζούρα, Ο δαυλίτης των, ερυσίβη, ...
Τυχαίες λέξεις
Szmirowaty στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανίσχυρος, αδύναμος