Tam στα ελληνικά
Μετάφραση: tam, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
που, όπου, εκεί, υπάρχει, υπάρχουν, υφίσταται, υπάρξει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bekhend στα ελληνικά - backhand, ρεβέρ, το backhand, backhand του, πίσω χέρι
- gil στα ελληνικά - κακκινολαιμής, Bullfinch
- hiperboliczny στα ελληνικά - υπερβολικός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικών, υπερβολικού
- indukcyjność-pojemność στα ελληνικά - επαγωγή, αυτεπαγωγή, αυτεπαγωγής, επαγωγής, επαγωγική
Τυχαίες λέξεις
Tam στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: που, όπου, εκεί, υπάρχει, υπάρχουν, υφίσταται, υπάρξει
Μεταφράσεις: που, όπου, εκεί, υπάρχει, υπάρχουν, υφίσταται, υπάρξει