Tor στα ελληνικά

Μετάφραση: tor, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονοπάτι, λωρίδα, πάροδος, διαδρομή, ίχνη, πίστα, δρομάκι, τροχιά, ίχνος, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού
Tor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • babka στα ελληνικά - γιαγιά, βαβά, τη γιαγιά, η γιαγιά, γιαγιάς, της γιαγιάς
  • czytelny στα ελληνικά - ευανάγνωστος, αναγνώσιμος, αναγνώσιμη, αναγνώσιμο, αναγνώσιμη από
  • dodatni στα ελληνικά - θετικός, συν, πρόσθετος, επιπρόσθετος, θετική, θετικό, θετικά, ...
  • etos στα ελληνικά - ήθος, ήθους, το ήθος, δεοντολογία, ηθική
Τυχαίες λέξεις
Tor στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονοπάτι, λωρίδα, πάροδος, διαδρομή, ίχνη, πίστα, δρομάκι, τροχιά, ίχνος, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού