Trwożny στα ελληνικά
Μετάφραση: trwożny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ντροπαλός, δειλός, συνεσταλμένος, ανήσυχος, ανήσυχοι, άγχος, άγχους, αγωνία
Μεταφράσεις
- autorament στα ελληνικά - τύπος, ξεδιαλέγω, τακτοποιώ, είδος, υπάγω, κλάση, τάξη, ...
- chatka στα ελληνικά - καλύβα, υπόστεγο, καλύβας, καλύβι, θάλαμος, ο θάλαμος
- fruktoza στα ελληνικά - φρουκτόζη, φρουκτόζης, η φρουκτόζη, σε φρουκτόζη, στη φρουκτόζη
- hamownia στα ελληνικά - δυναμόμετρο, Dyno, η Dyno, δυναμομέτρησης, δυναμομέτρηση
Τυχαίες λέξεις
Trwożny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ντροπαλός, δειλός, συνεσταλμένος, ανήσυχος, ανήσυχοι, άγχος, άγχους, αγωνία
Μεταφράσεις: ντροπαλός, δειλός, συνεσταλμένος, ανήσυχος, ανήσυχοι, άγχος, άγχους, αγωνία