Uściśnięcie στα ελληνικά

Μετάφραση: uściśnięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στριμώχνω, στύβω, ζουλώ, αγκάλιασμα, αγκαλιάζω, αγκαλιά, αγκαλιάζουν
Uściśnięcie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antynuklearny στα ελληνικά - αντι, κατά, καταπολέμηση, anti, την καταπολέμηση
  • bezcłowy στα ελληνικά - αφορολόγητων, αφορολογήτων, αδασμολόγητη, αφορολόγητων ειδών, χωρίς δασμούς
  • diabelny στα ελληνικά - διαβολικός, σατανικός, μόρτικος, διαβολική, διαβολικό
  • egzamin στα ελληνικά - ελέγχω, εξέταση, διεργασία, εξετάσεις, εξετάσεων, εξέτασης, διαγωνισμό
Τυχαίες λέξεις
Uściśnięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στριμώχνω, στύβω, ζουλώ, αγκάλιασμα, αγκαλιάζω, αγκαλιά, αγκαλιάζουν