Uknuć στα ελληνικά

Μετάφραση: uknuć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλαισιώνω, σώμα, σκελετός, πλαίσιο, ύφανση, ύφανσης, πλέξη, υφαίνουν, την ύφανση
Uknuć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dżez στα ελληνικά - τζαζ
  • greka στα ελληνικά - ελληνικά, Έλληνας, ελληνική, Έλληνες, ελληνικές
  • gromowy στα ελληνικά - βροντή, βροντών, βροντερή, φοβερού, βροντές
  • głodzenie στα ελληνικά - πείνα, ασιτία, λιμοκτονία, την πείνα, λιμό
Τυχαίες λέξεις
Uknuć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλαισιώνω, σώμα, σκελετός, πλαίσιο, ύφανση, ύφανσης, πλέξη, υφαίνουν, την ύφανση