Umieszczać στα ελληνικά

Μετάφραση: umieszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, φυλάω, εντοπίζω, διασκευάζω, φυτό, καθορισμένος, μέρος, καταλύω, φυτεύω, εγκαθιστώ, εργοστάσιο, βάζω, εγκαθιδρύω, προσαρμόζω, σφηνώνω, τόπος, θέση, τόπο, χώρα
Umieszczać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blizna στα ελληνικά - ουλή, ουλής, σημάδι, σημαδιών, ουλών
  • gołębica στα ελληνικά - περιστέρι, περιστεριού, περιστερά, το περιστέρι, περιστεριών
  • gromowy στα ελληνικά - βροντή, βροντών, βροντερή, φοβερού, βροντές
  • groszkowanie στα ελληνικά - χονδροποίηση, κοκκοποίηση, σχηματισμό κόκκων, πυρήνωση, graining
Τυχαίες λέξεις
Umieszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, φυλάω, εντοπίζω, διασκευάζω, φυτό, καθορισμένος, μέρος, καταλύω, φυτεύω, εγκαθιστώ, εργοστάσιο, βάζω, εγκαθιδρύω, προσαρμόζω, σφηνώνω, τόπος, θέση, τόπο, χώρα