Uniesienie στα ελληνικά

Μετάφραση: uniesienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπάθεια, σηκώνω, έκσταση, υψώνω, ασανσέρ, αγαλλίαση, αγαλλίασης, θριαμβολογία, θριαμβευτικούς, αγαλλίασης μέσα
Uniesienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amfetamina στα ελληνικά - αμφεταμίνη, αμφεταμίνης, αμφεταμινών, η αμφεταμίνη, αμφεταμίνες
  • chart στα ελληνικά - λαγωνικό, κυνοδρομίες, κυνοδρομιών, λαγωνικών, κυνοδρομία
  • dzielność στα ελληνικά - ανδρεία, την ανδρεία, ικανότητα, ανδρείας, δεξιότητα
  • horst στα ελληνικά - Horst, κέρας, Ο Horst, τον Horst, του Horst
Τυχαίες λέξεις
Uniesienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπάθεια, σηκώνω, έκσταση, υψώνω, ασανσέρ, αγαλλίαση, αγαλλίασης, θριαμβολογία, θριαμβευτικούς, αγαλλίασης μέσα