Uprażyć στα ελληνικά
Μετάφραση: uprażyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καβουρδίζω, καβουρντίζω, ψήνω, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο
Μεταφράσεις
- budka στα ελληνικά - καλύβα, παράπηγμα, θαλαμίσκος, υπόστεγο, θάλαμος, εξέδρα, καμπίνα, ...
- desygnacja στα ελληνικά - χρίσμα, υποψηφιότητα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού
- gawron στα ελληνικά - πύργος, απατεών, απατώ, κορώνη, κουρούνα, κορόιδο
- internowanie στα ελληνικά - εγκλεισμός, φυλάκηση, εγκλεισμού, εγκλεισμό, internment
Τυχαίες λέξεις
Uprażyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καβουρδίζω, καβουρντίζω, ψήνω, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο
Μεταφράσεις: καβουρδίζω, καβουρντίζω, ψήνω, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο