Usposobienie στα ελληνικά
Μετάφραση: usposobienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληραίνω, διάθεση, φύση, κέφι, έγκλιση, θάρρος, μετριάζω, οργή, διάταξη, διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- azymut στα ελληνικά - αζιμούθιο, αζιμουθίου, αζιμούθιου, το αζιμούθιο, του αζιμουθίου
- czwórnik στα ελληνικά - -way
- demon στα ελληνικά - τελώνιο, δαίμονας, δαίμονα, δαιμόνιο, δαιμόνων
- dordzeniowy στα ελληνικά - νωτιαίος, νωτιαίου, νωτιαίο, του νωτιαίου, σπονδυλικής στήλης
Τυχαίες λέξεις
Usposobienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληραίνω, διάθεση, φύση, κέφι, έγκλιση, θάρρος, μετριάζω, οργή, διάταξη, διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση
Μεταφράσεις: σκληραίνω, διάθεση, φύση, κέφι, έγκλιση, θάρρος, μετριάζω, οργή, διάταξη, διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση