Uwikłanie στα ελληνικά
Μετάφραση: uwikłanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόνοια, συνέπεια, μπλέξιμο, περιπλοκή, εμπλοκή, εμπλοκής, διεμπλοκή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agonia στα ελληνικά - αγωνία, αγωνίας, μαρτύριο
- elokwencja στα ελληνικά - ευφράδεια, ευγλωττία, την ευγλωττία, ευγλωττίας, γλαφυρότητα
- formalnie στα ελληνικά - επίσημα, επισήμως, τυπικά, επίσημη, τυπικώς
- interpretator στα ελληνικά - διερμηνέας, διερμηνέα, διερμηνείας, διερμηνέων
Τυχαίες λέξεις
Uwikłanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόνοια, συνέπεια, μπλέξιμο, περιπλοκή, εμπλοκή, εμπλοκής, διεμπλοκή
Μεταφράσεις: υπόνοια, συνέπεια, μπλέξιμο, περιπλοκή, εμπλοκή, εμπλοκής, διεμπλοκή