Ευπρέπεια στα αγγλικά
Μετάφραση: ευπρέπεια, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
decorum, decency, respectability, seemliness, propriety
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευπρέπεια
decency
- ευπρέπεια
- κοσμιότητα
- κοσμιότης
- σεμνότης
- σεμνότητα
- αιδώς
- ευπρέπεια
- κοσμιότητα
- ευπρέπεια
- κοσμιότης
- ευπρέπεια
- σεβάσμιο
Σχετικές λέξεις: ευπρέπεια
ευπρέπεια συνώνυμα, ευπρέπεια λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευπρέπεια στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ευπαθής στα αγγλικά - susceptible, frail, delicate, vulnerable, fragile
- ευπαρουσίαστος στα αγγλικά - personable, presentable
- ευπρεπέστατα στα αγγλικά - properly, efprepestata
- ευπρεπής στα αγγλικά - proper, decorous, decent, seemly, respectable, north shore
Τυχαίες λέξεις
Ευπρέπεια στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: decorum, decency, respectability, seemliness, propriety
Μεταφράσεις: decorum, decency, respectability, seemliness, propriety