Uzdolnienie στα ελληνικά

Μετάφραση: uzdolnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανότητα, διενέργεια, δωρεά, πεσκέσι, κλίση, ταλέντο, προτέρημα, δώρο, διεύθυνση, χάρισμα, επάρκειας, ικανότητας, aptitude, ικανοτήτων
Uzdolnienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asortyment στα ελληνικά - διακυμαίνομαι, φάσμα, εμβέλεια, συλλογή, ποικιλία, κατάταξη, γκάμα, ...
  • cienko στα ελληνικά - λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
  • elektromagnetyzm στα ελληνικά - ηλεκτρομαγνητισμό, ηλεκτρομαγνητισμού, ηλεκτρομαγνητισμός, τον ηλεκτρομαγνητισμό, ηλεκτρομαγνητικής
  • grzybica στα ελληνικά - δερματοφυτία, τριχοφυτίαση, τριχοφυτία, τριχοφυτίας, tinea
Τυχαίες λέξεις
Uzdolnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανότητα, διενέργεια, δωρεά, πεσκέσι, κλίση, ταλέντο, προτέρημα, δώρο, διεύθυνση, χάρισμα, επάρκειας, ικανότητας, aptitude, ικανοτήτων