Właściwy στα ελληνικά
Μετάφραση: właściwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφαρμόσιμος, πρέπων, ταιριαστός, επιρρεπής, επαρκής, καθωσπρέπει, δεξιός, κατάλληλος, οικειοποιούμαι, περιστατικό, επιθυμητός, δικαίωμα, σφετερίζομαι, σωστός, ευπρεπής, διορθώνω, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beletrysta στα ελληνικά - fictionist
- dryfkotwa στα ελληνικά - drogue, αλεξιπτώτου, πιλότου, πλωτή
- dziko στα ελληνικά - άγρια, άγριος, άγριων, άγριου, άγριας
- heroicznie στα ελληνικά - ηρωικά, ηρωισμό, ηρωικό, ηρωϊκά, ηρωική
Τυχαίες λέξεις
Właściwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφαρμόσιμος, πρέπων, ταιριαστός, επιρρεπής, επαρκής, καθωσπρέπει, δεξιός, κατάλληλος, οικειοποιούμαι, περιστατικό, επιθυμητός, δικαίωμα, σφετερίζομαι, σωστός, ευπρεπής, διορθώνω, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Μεταφράσεις: εφαρμόσιμος, πρέπων, ταιριαστός, επιρρεπής, επαρκής, καθωσπρέπει, δεξιός, κατάλληλος, οικειοποιούμαι, περιστατικό, επιθυμητός, δικαίωμα, σφετερίζομαι, σωστός, ευπρεπής, διορθώνω, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα