Wartościować στα ελληνικά
Μετάφραση: wartościować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτιμώ, αξία, τιμή, εκτίμηση, εκτίμησης, εκτιμήσεις, εκτίμηση της, προβλέψεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cwaniactwo στα ελληνικά - καπάτσος, πανουργία, πονηρός, πονηριά, πανούργος, πονηρό
- hacker στα ελληνικά - χάκερ, των hacker, των hackers, χάκερς
- intensywnie στα ελληνικά - επιτακτικός, εντατικός, άσχημα, κακά, εντατικά, έντονα, εντατική, ...
- irys στα ελληνικά - ίρις, καραμέλα, ίριδας, ίριδα, της ίριδας, διαφράγματος
Τυχαίες λέξεις
Wartościować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτιμώ, αξία, τιμή, εκτίμηση, εκτίμησης, εκτιμήσεις, εκτίμηση της, προβλέψεων
Μεταφράσεις: εκτιμώ, αξία, τιμή, εκτίμηση, εκτίμησης, εκτιμήσεις, εκτίμηση της, προβλέψεων