Wgłębić στα ελληνικά
Μετάφραση: wgłębić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθετήρας, εξερευνώ, εξετάζω, κούφια, κοίλο, κοίλη, κοίλα, κοίλων
Μεταφράσεις
- bezprawnie στα ελληνικά - παράνομα, παρανόμως, παράνομη, παράνομης, των παρανόμως
- chromy στα ελληνικά - κουτσός, κουτσό, lame, λαμέ, χωλός
- diadem στα ελληνικά - κορόνα, κορώνα, στέμμα, θήκη, τιάρα, tiara, τιάρας, ...
- gangrena στα ελληνικά - γάγγραινα, γάγγραινας, τη γάγγραινα, η γάγγραινα
Τυχαίες λέξεις
Wgłębić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθετήρας, εξερευνώ, εξετάζω, κούφια, κοίλο, κοίλη, κοίλα, κοίλων
Μεταφράσεις: καθετήρας, εξερευνώ, εξετάζω, κούφια, κοίλο, κοίλη, κοίλα, κοίλων