Wgłębienie στα ελληνικά
Μετάφραση: wgłębienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθουλωμένος, πρίζα, κοιλότητα, κοίλος, λακκάκι, σηκός, υποδοχή, κούφιος, βουτώ, υπόκωφος, εσοχή, εσοχής, εγκοπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aliancki στα ελληνικά - συμμαχικός, σύμμαχος, Allied, συμμαχικών, συμμαχικές, συμμαχικά
- antytoksyczny στα ελληνικά - αντιτοξικός, αντιτοξικές, αντιτοξικής, αντιτοξικά, αντιτοξική
- depilacyjny στα ελληνικά - depilating
- emocjonalnie στα ελληνικά - συναισθηματικά, συναισθηματική
Τυχαίες λέξεις
Wgłębienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, πρίζα, κοιλότητα, κοίλος, λακκάκι, σηκός, υποδοχή, κούφιος, βουτώ, υπόκωφος, εσοχή, εσοχής, εγκοπή
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, πρίζα, κοιλότητα, κοίλος, λακκάκι, σηκός, υποδοχή, κούφιος, βουτώ, υπόκωφος, εσοχή, εσοχής, εγκοπή