Wspólnie στα ελληνικά

Μετάφραση: wspólnie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
Wspólnie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brutal στα ελληνικά - κτήνος, κτηνώδης, ωμής, ωμή, brute
  • dowolność στα ελληνικά - ευκαμψία, ευλυγισία, ελευθερία, ελευθερίας, ελεύθερης, ελεύθερη, την ελευθερία
  • fenomenalny στα ελληνικά - φαινομενικός, εκπληκτικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό
  • immersja στα ελληνικά - βύθιση, εμβάπτιση, εμβάπτισης, βύθισης, εμβαπτίσεως
Τυχαίες λέξεις
Wspólnie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και