Wychowawca στα ελληνικά
Μετάφραση: wychowawca, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθηγητής, δασκάλα, καθηγήτρια, δάσκαλος, παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικού, εκπαιδευτή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afiliować στα ελληνικά - προσκτώμαι, προσχωρώ, θυγατρικών, θυγατρική, θυγατρικής, Affiliate, εταιρικά
- baletnica στα ελληνικά - μπαλλαρίνα, μπαλαρίνα, μπαλαρίνας, ballerina, χορεύτρια
- holować στα ελληνικά - τράβηγμα, στουπί, ρυμουλκώ, ρυμούλκηση, ρυμούλκησης, δέσμες, έλκει
- honorowość στα ελληνικά - καμάρι, έπαρση
Τυχαίες λέξεις
Wychowawca στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθηγητής, δασκάλα, καθηγήτρια, δάσκαλος, παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικού, εκπαιδευτή
Μεταφράσεις: καθηγητής, δασκάλα, καθηγήτρια, δάσκαλος, παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικού, εκπαιδευτή