Wydrążenie στα ελληνικά

Μετάφραση: wydrążenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούφιος, κοίλος, πρίζα, υποδοχή, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, κούφια
Wydrążenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alkierz στα ελληνικά - σηκός, εσοχή, κόγχη, σηκού, αλκόβα
  • dokładny στα ελληνικά - κοντά, αυστηρός, πιστός, σχολαστικός, εξονυχιστικός, ακριβολόγος, σαφής, ...
  • egocentryczny στα ελληνικά - εγωκεντρικός, εγωκεντρική, εγωκεντρικό, εγωκεντρικές, εγωκεντρικής
  • ichtiologia στα ελληνικά - ιχθυολογία, Ιχθυολογίας, η ιχθυολογία, Γεωπονίας Ιχθυολογίας, ιχθυοκομίας
Τυχαίες λέξεις
Wydrążenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούφιος, κοίλος, πρίζα, υποδοχή, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, κούφια