Wykąpać στα ελληνικά

Μετάφραση: wykąpać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λούζομαι, μπάνιο, μπανιέρα, λουτρό, λουτρού, μπάνιου
Wykąpać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autożyro στα ελληνικά - γυροπλάνο, γυροπλάνου
  • częstokroć στα ελληνικά - συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
  • graficzny στα ελληνικά - γραφικός, ΓΡΑΦΗΚΟΥ, γραφικό, γραφικών, γραφικά
  • grupka στα ελληνικά - όμιλος, σύμπλεγμα, ομάδα, συγκρότημα, κόμπος, κόμπο, κόμβο, ...
Τυχαίες λέξεις
Wykąpać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λούζομαι, μπάνιο, μπανιέρα, λουτρό, λουτρού, μπάνιου