Wymagać στα ελληνικά
Μετάφραση: wymagać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμφωνώ, απαιτώ, συνεπάγομαι, απαίτηση, ζητώ, χρειάζομαι, ζήτηση, ανάγκη, παίρνω, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apelować στα ελληνικά - τραβώ, σπρώχνω, σπρώξιμο, έφεση, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, ...
- bajkowy στα ελληνικά - υπέροχος, μαγικός, απίθανος, μαγεία, μαγικό, μαγική, μαγευτική, ...
- cynkować στα ελληνικά - ψευδάργυρος, ψευδαργύρου, ψευδάργυρο, του ψευδαργύρου, ψευδάργυρου
- elegancja στα ελληνικά - ύφος, βελτίωση, στύλος, κομψότητα, κομψότητας, την κομψότητα, φινέτσα, ...
Τυχαίες λέξεις
Wymagać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμφωνώ, απαιτώ, συνεπάγομαι, απαίτηση, ζητώ, χρειάζομαι, ζήτηση, ανάγκη, παίρνω, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από
Μεταφράσεις: συμφωνώ, απαιτώ, συνεπάγομαι, απαίτηση, ζητώ, χρειάζομαι, ζήτηση, ανάγκη, παίρνω, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από