Wymyślenie στα ελληνικά

Μετάφραση: wymyślenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Wymyślenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bogaty στα ελληνικά - άφθονος, εύπορος, πλούσιος, ευκατάστατος, πλούσια, πλούσιο, πλούσιες, ...
  • błogosławieństwo στα ελληνικά - ευλογία, την ευλογία, ευλογίες, ευλογίας, ευχή
  • feudalny στα ελληνικά - φεουδαρχικός, φεουδαλικός, φεουδαρχική, φεουδαρχικό, φεουδαρχικής
  • honorowanie στα ελληνικά - αναγνώριση, απόδειξη, αποδεικτικό, βεβαίωσης, επιβεβαίωσης
Τυχαίες λέξεις
Wymyślenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης