Wynalezienie στα ελληνικά

Μετάφραση: wynalezienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακάλυψη, εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Wynalezienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aneuryna στα ελληνικά - βιταμίνη, βιταμίνης, βιταμινών, της βιταμίνης, η βιταμίνη
  • chlewnia στα ελληνικά - χοιροστάσιο, χοιροστασίου, χοιροστασίων, piggery
  • dekompozycja στα ελληνικά - αποσύνθεση, αποσύνθεσης, διάσπαση, διάσπασης, αποσυνθέσεως
  • doceniać στα ελληνικά - κατανοώ, εκτιμώ, αναγνωρίζω, εκτιμήσουν, εκτιμούν, εκτιμήσει, εκτιμήσετε
Τυχαίες λέξεις
Wynalezienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακάλυψη, εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης