Wysiłek στα ελληνικά
Μετάφραση: wysiłek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγωνίζομαι, αγώνας, άσκηση, στραμπουλίζω, τεντώνω, προσπάθεια, πασχίζω, τράβηγμα, διηθώ, προσπαθώ, ζόρι, προσπάθειας, προσπάθειες, προσπάθεια για, προσπαθειών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anonimowość στα ελληνικά - ανωνυμία, ανωνυμίας, την ανωνυμία, η ανωνυμία, της ανωνυμίας
- bowiem στα ελληνικά - διότι, γιατί, επειδή, λόγω
- chrześniak στα ελληνικά - βαφτιστικός, κόρη, βαφτιστήρι, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών
- hornblenda στα ελληνικά - κεροστίλβη, απατίτης, κεροστιλβικό
Τυχαίες λέξεις
Wysiłek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγωνίζομαι, αγώνας, άσκηση, στραμπουλίζω, τεντώνω, προσπάθεια, πασχίζω, τράβηγμα, διηθώ, προσπαθώ, ζόρι, προσπάθειας, προσπάθειες, προσπάθεια για, προσπαθειών
Μεταφράσεις: αγωνίζομαι, αγώνας, άσκηση, στραμπουλίζω, τεντώνω, προσπάθεια, πασχίζω, τράβηγμα, διηθώ, προσπαθώ, ζόρι, προσπάθειας, προσπάθειες, προσπάθεια για, προσπαθειών