Wystawać στα ελληνικά

Μετάφραση: wystawać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέδιο, εξέχω, πρόγραμμα, παραβλέπω, προβάλλω, παραγνωρίζω, προεξέχουν, προεξέχει, να προεξέχουν, εξέχουν, να προεξέχει
Wystawać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ciołek στα ελληνικά - Τσιόλεκ
  • czułostkowość στα ελληνικά - συναισθηματικότητα, συναισθηματισμό, συναισθηματισμούς, συναισθηματικότητας, συναισθηματισμός
  • denacjonalizacja στα ελληνικά - αποκρατικοποίηση, αποκρατικοποίησης, απεθνικοποίηση, την αποκρατικοποίηση, αποκρατικοποιήσεις
  • fizjoterapia στα ελληνικά - φυσιοθεραπεία, κινησιοθεραπεία, φυσιοθεραπείας, φυσικοθεραπείας, φυσικοθεραπεία
Τυχαίες λέξεις
Wystawać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέδιο, εξέχω, πρόγραμμα, παραβλέπω, προβάλλω, παραγνωρίζω, προεξέχουν, προεξέχει, να προεξέχουν, εξέχουν, να προεξέχει