Wyznać στα ελληνικά

Μετάφραση: wyznać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομολογώ, διακηρύσσω, εξομολογώ, ομολογήσω, ομολογήσει, ομολογούμε, να ομολογήσω
Wyznać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • androgeny στα ελληνικά - ανδρογόνα, ανδρογόνων, τα ανδρογόνα, ανδρόγυνα, των ανδρογόνων
  • antrykot στα ελληνικά - λεπίδα, entrecote
  • domierzać στα ελληνικά - παραδίνω, δίνω, μετρήσετε, μέτρο έξω, μετρήσει τις, measure out, λειτουργία measure out
  • dwukrotnie στα ελληνικά - δυο φορές, δύο φορές, δύο φορές την, διπλάσιο, δις
Τυχαίες λέξεις
Wyznać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομολογώ, διακηρύσσω, εξομολογώ, ομολογήσω, ομολογήσει, ομολογούμε, να ομολογήσω