Złagodzić στα ελληνικά

Μετάφραση: złagodzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατευνάζω, καταπραΰνω, μαλακώνω, ανακουφίζω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Złagodzić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apotema στα ελληνικά - Απόστημα χορδής
  • błyskawicznie στα ελληνικά - αμέσως, σε, στο, στην, στη, στον
  • diament στα ελληνικά - άκαμπτος, αμετάπειστος, διαμάντι, διαμαντιών, διαμάντια, με διαμάντια, διαμαντιού
  • dręczyciel στα ελληνικά - βασανιστής, βασανιστή, του δυνάστη, δυνάστη
Τυχαίες λέξεις
Złagodzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατευνάζω, καταπραΰνω, μαλακώνω, ανακουφίζω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει