Zafałszować στα ελληνικά
Μετάφραση: zafałszować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοθεύω, αλλοιώνω, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biotechnologiczny στα ελληνικά - Βιοτεχνολογία, Βιοτεχνολογίας, Biotechnology, τη βιοτεχνολογία, τα Βιοτεχνολογία
- bukszpan στα ελληνικά - κάσα, πυγμαχώ, κουτί, πύξος, boxwood, πυξάρι, το πυξάρι, ...
- fenomenologia στα ελληνικά - φαινομενολογία, φαινομενολογίας, η φαινομενολογία, τη φαινομενολογία, της φαινομενολογίας
- gałganiarz στα ελληνικά - ρακοσυλλέκτης
Τυχαίες λέξεις
Zafałszować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοθεύω, αλλοιώνω, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Μεταφράσεις: νοθεύω, αλλοιώνω, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές