Zająć στα ελληνικά
Μετάφραση: zająć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουνέλι, λαγός, Hare, λαγού, λαγό, λαγών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chiromancja στα ελληνικά - χειρομαντεία, χειρομαντείας, Τη χειρομαντεία, χειρομαντία, Η χειρομαντεία
- cieśń στα ελληνικά - ισθμός, ισθμό, ισθμού, ισθμό που, ισθμού της
- depilować στα ελληνικά - αποτριχώνω
- dąsać στα ελληνικά - σκυθρωπιάζω, μούτρα, sulking
Τυχαίες λέξεις
Zająć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουνέλι, λαγός, Hare, λαγού, λαγό, λαγών
Μεταφράσεις: κουνέλι, λαγός, Hare, λαγού, λαγό, λαγών