Zapożyczać στα ελληνικά
Μετάφραση: zapożyczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδέχομαι, δανείζομαι, υιοθετώ, δανειστεί, δανείζονται, δανειστούν, δανειστείτε
Μεταφράσεις
- brednia στα ελληνικά - βλακείες, σκουπίδια, ανοησίες, ανοησία, τις ανοησίες, αηδίες, ανόητο
- dziesięciokrotny στα ελληνικά - δεκαπλάσιος, δέκα φορές, δεκαπλάσια, δεκαπλάσιο, κατά δέκα φορές
- gdyż στα ελληνικά - διότι, για, γιατί, επειδή, λόγω
- genetyczny στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, γενετικός, γενετική, γενετικής, γενετικών, γενετικό, γενετικές
Τυχαίες λέξεις
Zapożyczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, δανείζομαι, υιοθετώ, δανειστεί, δανείζονται, δανειστούν, δανειστείτε
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, δανείζομαι, υιοθετώ, δανειστεί, δανείζονται, δανειστούν, δανειστείτε