Zdobić στα ελληνικά
Μετάφραση: zdobić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στολίζω, ντύσιμο, αμφίεση, κοσμώ, λοφίο, φτερό, κατάστρωμα, λουσάρω, καλλωπίζω, κοσμούν, στολίζουν, διακοσμούν, κοσμεί, στολίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abecadło στα ελληνικά - αλφάβητο, ABC, ΑΒΓ, το ABC, του ABC
- acetylen στα ελληνικά - ασετυλίνη, ακετυλένιο, ακετυλενίου, το ακετυλένιο, ασετυλίνης
- balneologia στα ελληνικά - λουτροθεραπεία, λουτροθεραπείες, balneology, υδροθεραπεία, το balneology
- bezrogi στα ελληνικά - άοπλος, αφοπλισμένος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους
Τυχαίες λέξεις
Zdobić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στολίζω, ντύσιμο, αμφίεση, κοσμώ, λοφίο, φτερό, κατάστρωμα, λουσάρω, καλλωπίζω, κοσμούν, στολίζουν, διακοσμούν, κοσμεί, στολίσουν
Μεταφράσεις: στολίζω, ντύσιμο, αμφίεση, κοσμώ, λοφίο, φτερό, κατάστρωμα, λουσάρω, καλλωπίζω, κοσμούν, στολίζουν, διακοσμούν, κοσμεί, στολίσουν