Zezwolić στα ελληνικά
Μετάφραση: zezwolić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδέχομαι, επιτρέπω, εκκρίνω, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, αφήνω, εισάγω, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, επιτρέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diaboliczny στα ελληνικά - διαβητικός, διαβολικός, διαβολική, διαβολικό, διαβολικά, διαβολικές
- fałszywie στα ελληνικά - στραβά, ψευδώς, λανθασμένα, εσφαλμένα, ψευδή, κακώς
- gustownie στα ελληνικά - νοικοκυρεμένα, τακτοποιημένα, όμορφα, απλά, έξυπνα
- gąszcz στα ελληνικά - ζούγκλα, πυκνός, θάμνος, ρουμάνι, λόχμη, άλσος, θάμνων, ...
Τυχαίες λέξεις
Zezwolić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδέχομαι, επιτρέπω, εκκρίνω, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, αφήνω, εισάγω, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, επιτρέψει
Μεταφράσεις: παραδέχομαι, επιτρέπω, εκκρίνω, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, αφήνω, εισάγω, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, επιτρέψει