Znalezisko στα ελληνικά
Μετάφραση: znalezisko, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύρημα, βρίσκω, ανεύρεση, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chłopiec στα ελληνικά - αγόρι, παιδί, γκόμενος, αγοριού, αγόρι που, το αγόρι
- degradować στα ελληνικά - εκφαυλίζω, χαμηλώνω, υποβαθμίζω, καθαιρώ, ταπεινώνω, εξευτελίζω, υποβαθμίσει, ...
- detektywistyczny στα ελληνικά - ντετέκτιβ, αστυνομικό, αστυνομικών, ντέντεκτιβ, αστυνομικός
- doścignięcie στα ελληνικά - επίτευξη, πραγματοποίηση, υλοποίηση, πραγματοποιήσεως, επίτευξης
Τυχαίες λέξεις
Znalezisko στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύρημα, βρίσκω, ανεύρεση, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν
Μεταφράσεις: εύρημα, βρίσκω, ανεύρεση, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν