Zwolnić στα ελληνικά

Μετάφραση: zwolnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαλλάσσω, δωρεάν, πετώ, τσάμπα, αδειάζω, ανακουφίζω, μετακομίζω, δημοσιεύω, φωτιά, αθωώνω, εκκενώνω, κυκλοφορώ, ξαλαφρώνω, πυροβολώ, αυτεξούσιος, πυρκαγιά, ελευθέρωση, κυκλοφορίας, Τύπου, έκδοσης, Release
Zwolnić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bochenek στα ελληνικά - φρατζόλα, καρβέλι, φραντζόλα, ψωμί, φραντζόλας
  • brezent στα ελληνικά - καμβάς, μουσαμάς, καμβά, μουσαμά, σε καμβά
  • gimnazjalny στα ελληνικά - γυμνάσιο, γυμνασίου, λύκειο, το γυμνάσιο, λυκείου
  • ideowy στα ελληνικά - ιδεολογικός, ιδεολογική, ιδεολογικές, ιδεολογικό, ιδεολογικής
Τυχαίες λέξεις
Zwolnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαλλάσσω, δωρεάν, πετώ, τσάμπα, αδειάζω, ανακουφίζω, μετακομίζω, δημοσιεύω, φωτιά, αθωώνω, εκκενώνω, κυκλοφορώ, ξαλαφρώνω, πυροβολώ, αυτεξούσιος, πυρκαγιά, ελευθέρωση, κυκλοφορίας, Τύπου, έκδοσης, Release