Acariciar στα ελληνικά

Μετάφραση: acariciar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βερνίκι, θωπεύω, λουστράρω, στιλβώνω, σαλιγκάρι, λείος, λούστρο, φαγητό, χαϊδεύω, γυαλίζω, χτύπημα, σουλατσάρω, εγκεφαλικό, τροφή, χάδι, χάδια, τα χάδια, χαϊδεύει, το χάδι
Acariciar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acampar στα ελληνικά - στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
  • acanhar στα ελληνικά - εκφοβίζω, μελαγχολώ, κονταίνω, μικραίνω, νοτισμένος, αποστερώ, σφίγγω, ...
  • acaso στα ελληνικά - ευτυχία, ταχυδρομώ, πόστο, ίσως, δοκάρι, μπορεί, ευκαιρία, ...
  • acatar στα ελληνικά - αποδέχομαι, παραδέχομαι, δέχομαι, υπακούω, υπακούουν, υπακούσει, υπακούσουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Acariciar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βερνίκι, θωπεύω, λουστράρω, στιλβώνω, σαλιγκάρι, λείος, λούστρο, φαγητό, χαϊδεύω, γυαλίζω, χτύπημα, σουλατσάρω, εγκεφαλικό, τροφή, χάδι, χάδια, τα χάδια, χαϊδεύει, το χάδι