Θωπεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θωπεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pilão, acariciar, afagar, Tweedle, tweedle o, Chico, o Tweedle, o Chico
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θωπεύω
θωπεύω λεξικό, θωπεύω ετυμολογία, θωπεία θωπεύω, θωπεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θωπεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θυσία στα πορτογαλικά - sacrifício, centeio, sacrificar, sacrifícios, o sacrifício, sacrifício de
- θυσιάζω στα πορτογαλικά - sacrifício, centeio, sacrificar, sacrifícios, o sacrifício, sacrifício de
- θωριά στα πορτογαλικά - panorama, aspecto, aparência, semblante, olhadela, margem, margem de, ...
- θόρυβος στα πορτογαλικά - nó, ruído, barulho, de ruído, o ruído, ruídos
Τυχαίες λέξεις
Θωπεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pilão, acariciar, afagar, Tweedle, tweedle o, Chico, o Tweedle, o Chico
Μεταφράσεις: pilão, acariciar, afagar, Tweedle, tweedle o, Chico, o Tweedle, o Chico