Apenso στα ελληνικά
Μετάφραση: apenso, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακείμενος, προσκείμενος, διπλανός, κοντινός, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apelido στα ελληνικά - ψάρι, επίθετο, παρατσούκλι, ψευδώνυμο, nickname, ψευδώνυμό, το ψευδώνυμό
- apenas στα ελληνικά - εκφοβίζω, αλλά, δικαιοσύνη, μόλις, τρομάζω, απλά, δίκαιος, ...
- aperfeiçoar στα ελληνικά - τέλειος, τελειοποίηση, τελειοποιώ, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, ...
- apertado στα ελληνικά - αγκαλιάζω, σφιχτός, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, στενό
Τυχαίες λέξεις
Apenso στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακείμενος, προσκείμενος, διπλανός, κοντινός, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται
Μεταφράσεις: παρακείμενος, προσκείμενος, διπλανός, κοντινός, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται