Aposento στα ελληνικά

Μετάφραση: aposento, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπίτι, βάφω, κατάλυμα, στέγαση, κατοικία, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια
Aposento στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aposentadoria στα ελληνικά - ανταπαντώ, αντίλογος, αποστράτευση, συνταξιοδότηση, συνταξιοδότησης, τη συνταξιοδότηση, γήρατος, ...
  • aposente στα ελληνικά - αποσύρομαι, συνταξιοδοτηθούν, συνταξιοδοτούνται, συνταξιοδοτηθεί, αποσυρθεί, αποχωρούν
  • aposentos στα ελληνικά - διαμέρισμα, επίπεδος, δωμάτια, τα δωμάτια, δωματίων, αίθουσες, δωμάτια του
  • apossar στα ελληνικά - κατοχή, κατέχω, έχω, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Aposento στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπίτι, βάφω, κατάλυμα, στέγαση, κατοικία, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια