Κατάλυμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κατάλυμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
morada, aposento, acomodação, acomodarão, adaptação, ajuste, habitação, alojamento, acomodações, alojamento em, de alojamento
Κατάλυμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάλυμα

κατάλυμα συνώνυμα, κατάλυμα λεξικό, κατάλυμα σημασία, κατάλυμα ορισμόσ, κατάλυμα γαλλίασ ρόδοσ, κατάλυμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατάλυμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κατάλογος στα πορτογαλικά - catálogo, catalogar, lista, lista de, a lista, relação
  • κατάλοιπο στα πορτογαλικά - restar, restante, permanecer, sobrar, resíduo, res�uo, resíduos, ...
  • κατάλυση στα πορτογαλικά - abolição, catálise, a catálise, catálise de, cat�ise, catalisador
  • κατάπληξη στα πορτογαλικά - estupor, consternação, consternado, consternada, consternation, a consternação
Τυχαίες λέξεις
Κατάλυμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: morada, aposento, acomodação, acomodarão, adaptação, ajuste, habitação, alojamento, acomodações, alojamento em, de alojamento