Arbitrar στα ελληνικά
Μετάφραση: arbitrar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbitragem στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- arbitral στα ελληνικά - διαιτητικό, διαιτητικών, διαιτητικού, διαιτητική, διαιτησίας
- arbitrário στα ελληνικά - αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
- arbusto στα ελληνικά - θάμνος, δέντρο, Μπους, θάμνο, ο Μπους, του Μπους
Τυχαίες λέξεις
Arbitrar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
Μεταφράσεις: αποφασίζω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας